DNA TEST
Τα γονίδια που σχετίζονται µε το βάρος, δίνουν τις εξής πληροφορίες για:
• Τη διατροφική συμπεριφορά και το μεταβολισμό.
Έγκαιρη προειδοποίηση για την ύπαρξη κληρονομικής προδιάθεσης παχυσαρκίας, την τάση δηλαδή του οργανισμού να παίρνει περιττό βάρος καθώς και τη συμπεριφορά
του απέναντι στις τροφές.
• Τη λιπόλυση.
Την ικανότητα του οργανισμού να μεταβολίζει το λίπος και να το αποβάλλει. Αποτελεί καταλυτικό παράγοντα στην απόκτηση ενός υγιούς σώματος.
• Τον μεταβολισμό της ομοκυστεΐνης.
Η ομοκυστεΐνη είναι ένα τοξικό κατάλοιπο του οργανισμού που δημιουργεί διαταραχές, επιδρά τοξικά στα κύτταρα, αλλά και επηρεάζει τον μεταβολισμό των
βιταμινών του συμπλέγματος Β και ενέχει αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα (στεφανιαία νόσο - θρόμβωση).
• Την αντιοξειδωτική δράση και την αποτοξινωτική ικανότητα του οργανισμού.
Ελέγχεται η σωστή λειτουργία του συστήματος αντιοξείδωσης και αποβολής των τοξίνων.
• Την ανταπόκριση στη λήψη τροφής και την αίσθηση κορεσμού.
Αν δεν λειτουργεί σωστά το γονίδιο αυτό, εμφανίζεται η διάθεση για λήψη μεγάλων ποσοτήτων τροφίμων ή η επιθυμία λήψης φαγητού λίγο μετά το γεύμα.
• Την προδιάθεση για διαβήτη τύπου 2.
Στοιχείο που επηρεάζει άμεσα όλα τα δεδομένα του διατροφολογίου ενός ατόμου.
• Τη φλεγμονώδη απόκριση.
Δηλαδή την προδιάθεση για φλεγμονές στον οργανισμό, και ίδιαίτερα στο πεπτικό σύστημα.
• Την ικανότητα του οργανισμού για απορρόφηση και αποθήκευση σιδήρου.
• Τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ ή BMI).
Τη γονιδιακή τάση του οργανισμού να κρατά σε ισορροπία τη σωστή αναλογία μυϊκού ιστού – λίπους στον οργανισμό.
• Το μεταβολισμό καφεΐνης, αλκοόλ και λακτόζης.
Πρόκειται για την ικανότητα δηλαδή του οργανισμού να απορροφά τις ουσίες αυτές, έχοντας την απαιτούμενη ταχύτητα να τις μεταβολίσει (διασπάσει), αλλά και
να τις αφομοιώσει.
• Υπέρταση
Η προδιάθεση για αυξημένη πίεση.
Το διαιτολόγιο που συνοδεύει το Keyonus test είναι εξατομικευμένο και προκύπτει από το συνδυασμό πληροφοριών που λαμβάνουμε από τη γονιδιακή εξέταση (DNA) και από το ιστορικό που συμπληρώνει ο ενδιαφερόμενος για τις συνήθειές του, δηλαδή τον τρόπο και το ωράριο εργασίας, την ηλικία, το φύλο, το ύψος και βάρος του, άλλα προβλήματα υγείας (π.χ. εμμηνόπαυση, θυρεοειδή), τις τροφικές προτιμήσεις ή απέχθειες κτλ.
Ο συνδυασμός των πληροφοριών από αυτά τα 2 πεδία μας επιτρέπουν να έχουμε μια πληρέστατη εικόνα για τις καθημερινές ανάγκες του οργανισμού και για τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να διαχειριστούμε τα κομβικά σημεία που εξαιτίας των ελαττωματικών γονιδίων δυσλειτουργούν.
DNA TEST
Τα τελομερή είναι επαναλαμβανόμενες αλληλουχίες 5’ ΤΤΑGGG3’ στο τέλος των χρωμοσωμάτων, που έχουν σαν σκοπό να διαφυλάξουν την γενετική πληροφορία,
διατηρώντας την ακεραιότητα των χρωμοσωμάτων, προστατεύοντας τα από την αποικοδόμηση, τον ανασυνδυασμό ή την σύντηξη. Το μήκος τους είναι καθοριστικό
για την κυτταρική λειτουργία, καθώς σε κάθε κυτταρική διαίρεση έχουμε απώλεια ενός μέρος τους με αποτέλεσμα η προστασία που παρέχουν στο DNA να μειώνεται
συνεχώς. Η μείωση του μήκους των τελομερών πέρα από την φυσιολογική μείωση του λόγω των διαιρέσεων που επιτελούνται στον οργανισμό, επιταχύνεται και από
τις συνήθειες του ατόμου, όπως το κάπνισμα, το έντονο στρες, την κατανάλωση αλκοόλ, την χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών, την κακή διατροφή και την έλλειψη άσκησης.
Ενδεικτικά παθήσεις που συνδέονται με το μικρό μήκος των τελομερών είναι η παχυσαρκία, οι καρδιαγγειακές παθήσεις, ο διαβήτης τύπου II, νευρολογικές και
ψυχιατρικές παθήσεις όπως Alzheimer και κατάθλιψη, παθήσεις του ανοσοποιητικού και πλήθος νεοπλασιών. Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι άτομα παχύσαρκα
έχουν σημαντικά μειωμένα τελομερή, βλάβη η οποία είναι αναστρέψιμη με την απώλεια βάρους της τάξης του 10% ή μεγαλύτερη, ακολουθώντας πρόγραμμα μεσογειακής
διατροφής και κάνοντας άσκηση.
Το qPCR είναι μια γρήγορη, αξιόπιστη και ευαίσθητη μέθοδος, η οποία επιτρέπει τον ποσοτικό προσδιορισμό του μήκους των τελομερών προκειμένου να αξιολογηθεί
η γήρανση των κυττάρων στην αρχή της προσπάθειας απώλειας βάρους, κατά την διάρκεια της, μέχρι και την επίτευξη του στόχου, με σκοπό να διαπιστωθεί η
επιμήκυνση του μήκους των τελομερών και κατ επέκταση η μείωση της βιολογικής ηλικίας του ατόμου.